ὑπέρ

ὑπέρ
ῠπέρ
1 prep., (anastrophe P. 4.26, N. 3.21, N. 7.42, I. 6.3, fr. 292, Δ. 4. a. 4.)
a c. acc.,
I above, over, across

ἀβάπτιστος εἶμι φελλὸς ὣς ὑπὲρ ἕρκος ἅλμας P. 2.80

πανδείματοι μὲν ὑπὲρ πόντιον Ἕλλας πόρον ἱερόν (sc. ἔφυγον simm.) fr. 189.
II beyond, exceeding

βροτῶν φάτις ὑπὲρ τὸν ἀλαθῆ λόγον δεδαιδαλμένοι ψεύδεσι ποικίλοις ἐξαπατῶντι μῦθοι O. 1.28

b c. gen.,
I over, across

ὑπὲρ πολιᾶς ἁλὸς πέμπεται P. 2.68

φέρομεν νώτων ὕπερ γαίας ἐρήμων ἐννάλιον δόρυP. 4.26καὶ μέλλεις ὑπὲρ πόντου Διὸς ἔξοχον ποτὶ κᾶπον ἐνεῖκαιP. 9.52

ἐγὼ μὲν ὑπὲρ χθονὸς ὑπέρ τ' ὠκεανοῦ Pae. 8.14

(ἡ δὲ διάνοια πέτεται) τᾶς τε γᾶς ὑπένερθε οὐρανοῦ θ' ὕπερ fr. 292.
II above

ἐπειδὴ τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον παρά τις ἔτρεψεν ἄμμι θεός I. 8.9

χρύσεαι δ ἓξ ὑπὲρ αἰετοῦ ἄειδον Κηληδόνες Pae. 8.70

g beyond of distance ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι (i. e. Klippen vor Kyme, Fränkel: Pithecusae) P. 1.18

ἀβάταν ἅλα κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος περᾶν εὐμαρές N. 3.21

ἐὼν δ' ἐγγὺς Ἀχαιὸς οὐ μέμψεταί μ ἀνὴρ Ἰονίας ὑπὲρ ἁλὸς οἰκέων (Alii cum sch. Epirotas significari credunt, opinantes mare Adriaticum dici superius, Ionium inferius, Epirum autem adiacere Adriatico mari, h. e. supra Ionium esse, Dissen) N. 7.65 ὑπὲ]ρ Αὐσονία[ς ἁλὸς (of the Epizephyrian Locrians) fr. 140b. 6.
IV of superiority, beyond

μᾶκος δὲ Νικεὺς ἔδικε πέτρῳ χέρα κυκλώσαις ὑπὲρ ἁπάντων O. 10.72

ὑπὲρ πολλῶν τε τιμαλφεῖν λόγοις νίκαν N. 9.54

μακρὰ δισκήσαις ἀκοντίσσαιμι τοσοῦθ, ὅσον ὀργὰν λτ;γτ;εινοκράτης ὑπὲρ ἀνθρώπων γλυκεῖαν ἔσχεν I. 2.36

τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει fr. 61. 2.
V on behalf of

κάρυξ ἀνέειπέ νιν ἀγγέλλων Ἱέρωνος ὑπὲρ καλλινίκου ἅρμασι P. 1.32

ἱκέτας Αἰακοῦ σεμνῶν γονάτων πόλιός θ' ὑπὲρ φίλας ἀστῶν θ ὑπὲρ τῶνδ ἅπτομαι N. 8.13

—4.

κρατῆρα Μοισαίων μελέων κίρναμεν Λάμπωνος εὐαέθλου γενεᾶς ὕπερ I. 6.3

θύεται γὰρ ἀγλαᾶς ὑπὲρ Πανελλάδος Pae. 6.62

Ἀλαλά ᾇ θύεται ἄνδρες ὑπὲρ πόλιος fr. 78. 3.
VI on account of

ἵνα κρεῶν νιν ὕπερ μάχας ἔλασεν ἀντιτυχόντ' ἀνὴρ μαχαίρᾳ N. 7.42

ἆγε σὺν Τιρυνθίοισιν πρόφρονα σύμμαχον ἐς Τροίαν Λαομεδοντιᾶν ὑπὲρ ἀμπλακιᾶν I. 6.29

2 adv., above πατὴρ ὕπερ /

κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον O. 1.57

καὶ σκοπιαῖσιν [ἄκρ]αις ὀρέων ὕπερ ἔστα (sc. Ἀπόλλων: cf. Pae. 12.11) fr. 51a. 3.
3 frag. ]ων ὕπερ Δ. 4. a. 4.

Lexicon to Pindar. . 2010.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • υπέρ — ὑπέρ, ΝΜΑ, και επικ. τ. ὑπείρ και λεσβιακός τ. ἴπερ και παμφυλιακός τ. ὐπάρ και αρκαδ. τ. ὁπέρ και βοιωτ. τ. οὗπερ, Α (δισύλλαβη πρόθεση που συντάσσεται με γεν., αιτ. και δοτ.) ΣΥΝΤΑΞΗ ΣΗΜΑΣΙΑ: Ι. (με γεν.) δηλώνει: 1. (σχετικά με πρόσ. και πράγμ …   Dictionary of Greek

  • ὑπέρ — upaári indeclform (prep) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὕπερ — ὑπέρ upaári indeclform (prep) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υπερ- — α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στην πρόθεση ὑπέρ* και εμφανίζει τις ακόλουθες σημασίες: α) πάνω, πέρα, έξω, μακριά από κάτι, με καθαρά τοπική σημασία (πρβλ. υπέρ θυρο, υπερ πηδώ, υπερ πόντιος), αλλά… …   Dictionary of Greek

  • υπέρ — απαρχαιωμένη πρόθ. 1. (με αιτ.), παραπάνω από, πάνω από: Υπέρ το μέτρο. 2. (με γεν.), για υπεράσπιση, για βοήθεια, για ωφέλεια: Έρανος υπέρ των τυφλών …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Μὴδεν ὑπἐρ τὸν καλάποδα. — См. Не свыше сапога …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Καὶ γὰρ δύναμις ὑπὲρ ἄνθρωπον ἡ βασιλέος ἐστί καὶ χεὶρ ὑπερμήκης. — См. У Царя руки долги …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • ὑπερσχῇ — ὑπέρ σχάω slit open so as to let something escape pres subj mp 2nd sg (doric) ὑπέρ σχάω slit open so as to let something escape pres ind mp 2nd sg (doric) ὑπέρ σχάω slit open so as to let something escape pres subj act 3rd sg (doric) ὑπέρ σχάω… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπεραναβῇ — ὑπέρ , ἀνά ἀβάω attain pres subj mp 2nd sg (doric) ὑπέρ , ἀνά ἀβάω attain pres ind mp 2nd sg (doric aeolic) ὑπέρ , ἀνά ἀβάω attain pres subj act 3rd sg (doric) ὑπέρ , ἀνά ἀβάω attain pres ind act 3rd sg (doric aeolic) ὑπέρ , ἀνά ἀβάω attain pres… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπεραπείρου — ὑπέρ , ἀπό ἔρομαι ask imperf ind mp 2nd sg (attic epic doric ionic) ὑπέρ , ἀπό ἔρομαι ask pres imperat mp 2nd sg (attic epic doric ionic) ὑπέρ , ἀπό ἔρομαι ask imperf ind mp 2nd sg (attic epic doric ionic) ὑπέρ , ἀπό εἴρω fasten together in rows… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑπερσχῶ — ὑπέρ σχάω slit open so as to let something escape pres imperat mp 2nd sg ὑπέρ σχάω slit open so as to let something escape pres subj act 1st sg (attic epic ionic) ὑπέρ σχάω slit open so as to let something escape pres ind act 1st sg (attic epic… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”